Καθώς ο πόλεμος μαίνεται ακριβώς πέρα​απ’ τα σύνορα, αρχίζουν να διαφαίνονται ρωγμές στη συζήτηση για την πυρηνική ενέργεια στην Ευρώπη. Ενώ η Γαλλία εξετάζει εκτενώς την πυρηνική ενέργεια ως εναλλακτική πηγή ενέργειας υπό τον Μακρόν, ο συνασπισμός «φανάρι» της Γερμανίας βρίσκεται σε μια δύσκολη θέση μεταξύ του να ακολουθήσει μια σταδιακή κατάργηση των πυρηνικών που έχει εγκρίνει ο γερμανικός λαός, να απογαλακτιστεί από το ρωσικό φυσικό αέριο και να επιτύχει τους κλιματικούς στόχους. Εν τω μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμμένει στη στάση της για την πυρηνική ενέργεια ως πράσινη ενέργεια. 

Στις 31 Δεκεμβρίου 2021, δύο ώρες πριν την έλευση του νέου έτους, η Επιτροπή της Ε.Ε. έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα στα 27 κράτη μέλη: η πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο θα θεωρούνται καύσιμα πράσινης μετάβασης. Αν και το περιεχόμενο του μηνύματος δεν ήταν έκπληξη, η χρονική στιγμή ήταν. Με αυτόν τον προτεινόμενο κανονισμό για την Ταξινομία της Ε.Ε., οι Βρυξέλλες θεσμοποίησαν μια άτυπη συμφωνία μεταξύ του Γερμανού Καγκελαρίου Όλαφ Σολτς (Olaf Scholz) και του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν (Emmanuel Macron). Από τη μία πλευρά, ενίσχυσε τα σχέδια της γερμανικής κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει το φυσικό αέριο για τουλάχιστον άλλη μια δεκαετία ως ενεργειακή γέφυρα στο δρόμο της προς την κλιματική ουδετερότητα. Από την άλλη πλευρά, στήριξε τις προσπάθειες της Γαλλίας να βασίζεται στην πυρηνική ενέργεια ως ενέργεια χωρίς CO2 στο μέλλον.   

Στο τέλος του 2021, τρεις πυρηνικοί αντιδραστήρες βγήκαν εκτός δικτύου στη Γερμανία. Μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους θα κλείσουν και οι τρεις τελευταίοι πυρηνικοί σταθμοί παραγωγής ενέργειας. Επίκειται το τέλος της πυρηνικής εποχής της χώρας – μια απόφαση που υποστηρίζεται από το ευρέως διαδεδομένο αντιπυρηνικό αίσθημα στη γερμανική κοινωνία. Παρά το γεγονός ότι συμφώνησαν τελικά με την κυβερνητική θέση, οι Πράσινοι υπουργοί δεν έκρυψαν τον σκεπτικισμό τους. «Ο κανονισμός αφορά τη δημιουργία μιας αγοράς χρηματοπιστωτικών επενδύσεων και τον χαρακτηρισμό της ως πράσινης και βιώσιμης – και αυτές οι ετικέτες είναι παραπλανητικές», δήλωσε ο Γερμανός αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ (Robert Habeck).   

Οι λόγοι για τις αντικρουόμενες θέσεις των δύο ισχυρότερων οικονομιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ιστορικοί και κοινωνικοί. Στο πλαίσιο του πολέμου, είναι σαφές ότι η ενεργειακή τους πολιτική έχει γεωπολιτικές συνέπειες για την Ευρώπη ως σύνολο.   

Δικαιολογώντας την πυρηνική ενέργεια ως μέσο για την επίτευξη ενός σκοπού  

Παρά την πυροδότηση διχασμών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμμένει στο σκεπτικό της ότι η πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο μπορούν να βοηθήσουν την Ευρώπη στην πορεία να καταστεί ουδέτερη ως προς τον άνθρακα έως το 2050. Όταν η Επιτροπή ενέκρινε τη νομοθεσία στις αρχές Φεβρουαρίου, η Επίτροπος Οικονομικών Μέιριντ Μακγκίνες (Mairead McGuiness) το έθεσε ως εξής: «Μπορεί να μην είναι τέλεια. Αλλά είναι μια πραγματική λύση.»   

Σύμφωνα με τον κανονισμό, η ταξινόμηση της πυρηνικής ενέργειας υπόκειται σε προϋποθέσεις: οι νέοι πυρηνoηλεκτρικοί σταθμοί πρέπει να είναι σε θέση να παρουσιάσουν ένα σχέδιο για τη διαχείριση των ραδιενεργών αποβλήτων από το 2050 το αργότερο. Μέχρι τότε, ο Μακρόν σχεδιάζει να συνδέσει αρκετούς πυρηνικούς αντιδραστήρες στο δίκτυο στη Γαλλία.   

Ακόμα κι αν οι αντιδραστήρες είναι σχεδόν χωρίς άνθρακα μόλις κατασκευαστούν, η εγκατάστασή τους είναι ενεργοβόρα. Επιπλέον, η πυρηνική ενέργεια μειώνει τα κίνητρα για μεγάλες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.  

Ο Στέφαν Βένζελ (Stefan Wenzel) υποστηρίζει αυτήν την άποψη εδώ και χρόνια. Ως Γερμανός βουλευτής με αρμοδιότητα τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, βρίσκεται επίσης τακτικά στο Παρίσι, όπου συναντά Γάλλους συναδέλφους του. Το μέλος των Πρασίνων στη Γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή επικρίνει την απόφαση της Επιτροπής: «Η αρχική ιδέα της ταξινομίας καταστρέφεται. Ο πραγματικός στόχος έχει χαθεί.» Στόχος της ταξινομίας, λέει, είναι να δώσει στους επενδυτές και στους ιδιώτες έναν προσανατολισμό σχετικά με τα βιώσιμα ομόλογα στα οποία μπορούν να επενδύσουν. Ο Βένζελ δεν πιστεύει ότι οι βιώσιμοι επενδυτές θα στραφούν τώρα από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην πυρηνική ενέργεια: «Η απόφαση δεν θα οδηγήσει στη ροή ιδιωτικών χρημάτων στην πυρηνική ενέργεια γιατί είναι απλώς εξαιρετικά ασύμφορη.» Οι ειδικοί εκτιμούν ότι οι αποδόσεις των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι σημαντικά υψηλότερες.   

Στο πλαίσιο του πολέμου, είναι σαφές ότι η ενεργειακή τους πολιτική έχει γεωπολιτικές συνέπειες για την Ευρώπη ως σύνολο.   

Μια διχασμένη ένωση 

Η Γερμανία, η Αυστρία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν εκφράσει ανοιχτά την αντίθεσή τους στην πυρηνική ενέργεια εδώ και χρόνια. Αλλά η αντίθεσή τους φαίνεται ελάχιστα αξιόπιστη όταν αποτελούν τους μεγαλύτερους ωφελούμενους από την προνομιακή θέση του φυσικού αερίου. Επιπλέον, αυτές οι χώρες θα χρειάζονταν πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή τουλάχιστον 20 κράτη μέλη στο πλευρό τους. Για χώρες της Ανατολικής Ευρώπης όπως η Βουλγαρία, η Πολωνία, η Ρουμανία και η Σλοβακία, η πυρηνική ενέργεια μοιάζει αξιόπιστη επιχειρηματική πρόταση, προσελκύει μακροπρόθεσμες επενδύσεις και υπόσχεται μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε χώρες της Βαλτικής και χώρες της Ανατολικής Ευρώπης – όπως η Βουλγαρία, η Πολωνία, Ρουμανία και Σλοβακία.  

Η πυρηνική ενέργεια της Γαλλίας άνθισε τη δεκαετία του 1980, ως αποτέλεσμα σημαντικών κρατικών επενδύσεων ως απάντηση στις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια σχεδόν οι μισοί από το σύνολο των αντιδραστήρων πλησιάζουν στο τέλος του κύκλου ζωής τους, ενώ ορισμένοι φαίνεται να παρουσιάζουν δυσλειτουργίες. Δύο εβδομάδες πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο Μακρόν επισκέφθηκε την εταιρεία κατασκευής στροβίλων Alstom στο Μπέλφορτ. Μπροστά σε εκατοντάδες εργάτες της με μπλε πανωφόρια, ο Μακρόν ισχυρίστηκε ότι αυτοί οι στρόβιλοι για πυρηνικούς αντιδραστήρες βοηθούσαν «το ενεργειακό πεπρωμένο της Γαλλίας». Η ρητορική του λανσάρει αυτόν τον τομέα ως σημαντικό για τις εθνικές και παγκόσμιες αγορές.   

Ο Μακρόν σχεδιάζει να κατασκευάσει έξι νέους πυρηνοηλεκτρικούς σταθμούς. Ο όμιλος EDF υπέβαλε πρόταση στο κράτος να τους κατασκευάσει για περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Σε ένα δεύτερο στάδιο, θα μπορούσαν να κατασκευαστούν έως και οκτώ ακόμη πυρηνοηλεκτρικούς σταθμούς, ανάλογα με τη ζήτηση. Τον περασμένο Νοέμβριο, ο Μακρόν έβαλε επίσης στο παιχνίδι τους μικρούς σπονδυλωτούς αντιδραστήρες. Αυτοί οι αντιδραστήρες έχουν το μέγεθος ενός γηπέδου ποδοσφαίρου, η παραγωγής τους είναι σημαντικά μικρότερη από τους συμβατικούς σταθμούς, αλλά είναι πιο συμπαγείς και πιο φιλικοί στο φυσικό τοπίο. Παρά τις προειδοποιήσεις ότι οι προβλέψεις για τα οικονομικά οφέλη τέτοιων αντιδραστήρων μπορεί να είναι υπερβολικά αισιόδοξες, στο επενδυτικό πρόγραμμα του 2030 έχουν προβλεφθεί 170 εκατομμύρια ευρώ για έρευνα.  

Ο Στέφαν Τόμας (Stefan Thomas), Γερμανός ερευνητής στο Ινστιτούτο Βούπερταλ για το κλίμα, δεν συμμερίζεται το γαλλικό επιχείρημα ότι η πυρηνική ενέργεια είναι απαραίτητη για τους κλιματικούς στόχους της Ε.Ε.: «Δεν θα χρειαζόσουν την πυρηνική ενέργεια για την κλιματική ουδετερότητα. Εάν η Γερμανία, με το πολύ μικρότερο δυναμικό της για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καταφέρει να γίνει κλιματικά ουδέτερη έως το 2045 από τη δική της παραγωγή –εκτός από την εισαγωγή πράσινου υδρογόνου–, τότε η Γαλλία, με τη μεγαλύτερη επιφάνεια και τις μεγαλύτερες δυνατότητές της για αιολική ενέργεια, μπορεί να κάνει περισσότερα», λέει ο Τόμας.  

Γι’ αυτόν, η γαλλική θέση απορρέει από γεωπολιτικές φιλοδοξίες: «Πολλοί σχολιαστές σπεύδουν να επισημάνουν την πυρηνική δύναμη της Γαλλίας. Το στρατιωτικό υπόβαθρο μου φαίνεται εύλογο. Με την κατασκευή μη στρατιωτικών πολιτικών αντιδραστήρων, κανείς θέλει να εξασφαλίσει και την τεχνογνωσία, όπως ανέφεραν τα μέσα ενημέρωσης. Η διπλή χρήση, τουλάχιστον, δεν αποκλείεται. Καταρχήν, μπορείτε επίσης να παράγετε πλουτώνιο για πυρηνικές βόμβες στους μη στρατιωτικούς αντιδραστήρες», λέει ο Στέφαν Τόμας.  

Ο Νικολά Μαζούκι (Nicolas Mazzucchi) εργάζεται για το Γαλλικό Ίδρυμα Στρατηγικών Ερευνών. Ο ειδικός στην οικονομική γεωγραφία ισχυρίζεται ότι κάθε χώρα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ακολουθήσει το δικό της ενεργειακό μονοπάτι, αρκεί να μειώνει τις εκπομπές CO2: «Αν η Γερμανία, η Αυστρία ή το Λουξεμβούργο δεν θέλουν να παράγουν πυρηνική ενέργεια, είναι ελεύθερες να μην το κάνουν. Κανείς δεν τους αναγκάζει. Και το ίδιο ισχύει και για τη Γαλλία: κανείς δεν αναγκάζει τη χώρα να βασίζεται στο φυσικό αέριο όπως ο ανατολικός γείτονάς της, για παράδειγμα. Όταν έχετε ένα περιστατικό σε ένα χημικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη Γερμανία, θα επηρεαστεί και η Γαλλία. Και η Γαλλία δεν ισχυρίζεται ότι η Γερμανία πρέπει να κλείσει ξαφνικά όλους τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα. Υπάρχουν κανονισμοί και είναι σίγουρα από τους πιο αυστηρούς στον κόσμο.» 

Μιλώντας για πυρηνική ενέργεια  

Ο Μακρόν έχει εντείνει τη ρητορική του για μεγαλύτερη ενεργειακή ανεξαρτησία για τη Γαλλία στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία: «Δεν μπορούμε πλέον να εξαρτόμαστε από άλλους, και ιδιαίτερα από το ρωσικό φυσικό αέριο, για να κυκλοφορούμε και να λειτουργούμε τα εργοστάσιά μας. Γι’ αυτό, αφού αποφασίσαμε να αναπτύξουμε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να κατασκευάσουμε νέους πυρηνικούς αντιδραστήρες για τη Γαλλία, θα υπερασπιστώ μια στρατηγική ευρωπαϊκής ενεργειακής ανεξαρτησίας», δήλωσε ο Μακρόν τον Μάρτιο του 2022.  

Κατά τη διάρκεια της γαλλικής προεκλογικής εκστρατείας του 2022, πολλοί υποψήφιοι υιοθέτησαν τη ρητορική του κατεστημένου: «Τα περισσότερα κόμματα στηρίζουν τις προτάσεις του. Απλώς διαφέρουν ως προς τον αριθμό των νέων πυρηνοηλεκτρικών σταθμών που θέλουν να κατασκευαστούν. Ωστόσο, το κόμμα των Πρασίνων και το ακροαριστερό κόμμα είναι αντίθετα στην πυρηνική ενέργεια», λέει ο Μαζούκι. «Παρά τις επιθέσεις από τη Δεξιά και την Αριστερά, αλλά και από τα συνδικάτα, όλοι αυτοί οι πολιτικοί αντίπαλοι ζητούν η πυρηνική ενέργεια να παραμείνει ψηλά – ως εθνικό σύμβολο», παρατηρεί ο Γερμανός βουλευτής Βένζελ.  

Κατά κάποιο τρόπο, η υποστήριξη της πυρηνικής ενέργειας από τον γαλλικό πληθυσμό διευκολύνει τον επανεκλεγμένο πρόεδρο Μακρόν να υποσχεθεί νέους αντιδραστήρες. Μια δημοσκόπηση που έγινε από το περιοδικό Les Echos τον Νοέμβριο του 2021 δείχνει ότι περισσότεροι από τους μισούς Γάλλους πιστεύουν ότι είναι σωστό η χώρα τους να επικεντρωθεί στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στην πυρηνική ενέργεια. 

Οι εταιρείες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας που θα υποστούν τις μεγαλύτερες απώλειες ήταν μεταξύ των επικριτών αυτής της στροφής προς την πυρηνική ενέργεια. Οι εταιρείες Engie και TotalEnergies, οι γίγαντες της ενέργειας από ορυκτές πηγές στη Γαλλία είναι υπέρμαχοι της δικής τους ενέργειας από φυσικό αέριο και ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας: «Δεν είναι εντελώς αντίθετοι, αλλά υποστηρίζουν άλλες λύσεις», λέει ο Μαζούκι.   

η κρίση υπενθυμίζει επίσης ότι η ενεργειακή ασφάλεια παραμένει ένας μακρινός στόχος, και ότι δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις.

Σήμερα, οι άνθρωποι τείνουν να ξεχνούν ότι η Γαλλία, όπως και η Γερμανία, είχε επίσης ένα σημαντικό αντιπυρηνικό κίνημα τη δεκαετία του 1970. Στη δεκαετία του 1990, ωστόσο, η εναντίωση υποχώρησε: «Το κίνημα διαμαρτυρίας στη Γαλλία φαίνεται ότι παραιτήθηκε κάποια στιγμή. Οι Πράσινοι εξακολουθούν να είναι εναντίον της πυρηνικής ενέργειας στη Γαλλία σήμερα, αλλά αυτό είναι όλο», λέει ο Στέφαν Τόμας. Σε αντίθεση με τη Γερμανία, τα αριστερά κόμματα στη Γαλλία είναι διχασμένα στο θέμα της πυρηνικής ενέργειας. «Δεν είναι μυστικό ότι στην EDF, την κρατική εταιρεία ενέργειας που διαχειρίζεται επίσης τους πυρηνικούς αντιδραστήρες, τα κομμουνιστικά συνδικάτα είναι πολύ ισχυρά. Έτσι, ακόμη και στην Αριστερά, υπάρχει στήριξη στην πυρηνική ενέργεια» – καθώς και μεταξύ προσωπικοτήτων της ακροδεξιάς, όπως η Μαρίν Λεπέν.  

Ο Νικολά Μαζούκι (Nicolas Mazzucchi) εντοπίζει τις απαρχές της εξάρτησης της Γαλλίας από την πυρηνική ενέργεια στο 1973, όταν το πετρελαϊκό σοκ ανάγκασε τις ευρωπαϊκές χώρες να αναζητήσουν νέες πηγές ενέργειας: «Οι περισσότερες χώρες αποφάσισαν να εστιάσουν στους πόρους που ήταν διαθέσιμοι εκείνη την εποχή στην ήπειρο, είτε ήταν άνθρακας είτε φυσικό αέριο. Η Γαλλία έκανε μια τελείως διαφορετική επιλογή, έχοντας κατά νου ότι η στροφή σε άλλο υδρογονάνθρακα δεν θα συνέβαλε σε μεγάλη ενεργειακή ασφάλεια. Έτσι η Γαλλία επιτάχυνε το πυρηνικό της πρόγραμμα.»  

Καταργώντας την κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας;  

Για χρόνια, πολλοί Γερμανοί ήταν υπέρ της σταδιακής κατάργησης της πυρηνικής ενέργειας: η συσσώρευση πυρηνικών μεταξύ των δύο μπλοκ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου είχε δημιουργήσει ένα ισχυρό αντιπυρηνικό κίνημα. Το κίνημα ειρήνης οδήγησε στη δημιουργία ενός Κόμματος των Πρασίνων στη δεκαετία του 1980, το οποίο έκτοτε ανέλαβε την εξουσία σε πολλές κυβερνήσεις. Τώρα, όμως, οι αυξανόμενες τιμές ενέργειας και η εξάρτηση από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας, καθώς και ο πόλεμος κατά της Ουκρανίας τον Μάρτιο διαμόρφωσαν μια μετατόπιση της κοινής γνώμης: για πρώτη φορά, η πλειονότητα είναι υπέρ της επέκτασης των τελευταίων πυρηνικών αντιδραστήρων σε λειτουργία, σύμφωνα με αντιπροσωπευτική δημοσκόπηση από το δημόσιο τηλεοπτικό κανάλι ZDF.   

Αλλά μέχρι στιγμής, η Γερμανία απέχει πολύ από την αλλαγή της πυρηνικής της πολιτικής. Ωστόσο, από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος, ακύρωσε το έργο φυσικού αερίου Nord Stream II. Επιδιώκει επίσης να επεκτείνει τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τις Η.Π.Α., το Κατάρ και άλλες χώρες.  

Η πυρηνική ενέργεια στη Γερμανία, η οποία έχει ήδη περιοριστεί στο να λειτουργεί ως ενεργειακή γέφυρα τα τελευταία χρόνια, πνέει τα λοίσθια. Ο Γερμανός επιστήμονας Στέφαν Τόμας θεωρεί το 1986 σημείο καμπής: «Μετά το ατύχημα στον αντιδραστήρα του Τσερνομπίλ, οι Σοσιαλδημοκράτες προσχώρησαν στους Πράσινους. Αυτό σήμαινε ότι το μισό κομματικό φάσμα στη Γερμανία εκείνη την εποχή ήταν ήδη κατά της πυρηνικής ενέργειας. Το 2002, ο πρώτος κυβερνητικός συνασπισμός πήρε την άνευ προηγουμένου απόφαση να καταργήσει σταδιακά την πυρηνική ενέργεια. Μέχρι τη Φουκουσίμα, ένα αδιέξοδο εμπόδισε νέους πυρηνικούς αντιδραστήρες να συνδεθούν στο διαδίκτυο. Το ατύχημα του ιαπωνικού αντιδραστήρα έκανε την τότε κυβέρνηση των Συντηρητικών-Φιλελεύθερων υπό την Άνγκελα Μέρκελ (Angela Merkel) να το ξανασκεφτεί.» Η επέκταση των υφιστάμενων πυρηνικών αντιδραστήρων εγκαταλείφθηκε και αποφασίστηκε η σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας. «Ο πληθυσμός στήριζε πλήρως τη σταδιακή κατάργηση και υπήρχε επίσης ευρεία συμφωνία στην επιστημονική κοινότητα εκείνη την εποχή», λέει ο Τόμας.  

Το αφήγημα μιας σταδιακής κατάργησης του άνθρακα ή μιας σταδιακής κατάργησης των πυρηνικών – αλλά όχι και των δύο ταυτόχρονα, με την ίδια ένταση – κυριάρχησε στο γερμανικό διάλογο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και μέχρι στιγμής, το σχέδιο είναι αυτό. «Δεν μπορούμε να καταργήσουμε σταδιακά την ενέργεια από τον άνθρακα, την πυρηνική ενέργεια και την ενέργεια από το φυσικό αέριο ταυτόχρονα», προειδοποιεί ο Τόμας. Ο νέος συνασπισμός «φανάρι» ανυπομονεί να καταργήσει σταδιακά τον άνθρακα έως το τέλος της δεκαετίας. Όμως, με τον υψηλό πληθωρισμό και την αύξηση των τιμών της ενέργειας στον απόηχο του πολέμου της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, ορισμένοι πολιτικοί της κεντροδεξιάς έχουν αρχίσει να υποστηρίζουν την επέκταση των πυρηνικών αντιδραστήρων στη Γερμανία.  

Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Σέντερ (Markus Söder), ένας ισχυρός πολιτικός της συντηρητικής αντιπολίτευσης δήλωσε πρόσφατα: «Φυσικά, μια παράταση θα ήταν δυνατή από καθαρά τεχνική άποψη. Το ερώτημα είναι αν το θέλει κανείς πολιτικά. Πιστεύω ότι για τρία έως πέντε χρόνια θα ήταν απλώς μια καλή μετάβαση, σε αυτήν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η παραγωγή φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας που ταυτόχρονα δεν προκαλεί καμία ρύπανση του κλίματος.» Ο Πράσινος Υπουργός Οικονομικών Υποθέσεων Μίχαελ Κέλνερ (Michael Kellner) δεν πείθεται από την πρόταση: «Δεν βλέπω πώς μπορούν να βοηθήσουν οι πυρηνoηλεκτρικοί σταθμοί για τον επόμενο χειμώνα, αφού και αυτοί χρειάζονται καύσιμα, και ούτε αυτά μπορείς να τα πάρεις εύκολα.» Ωστόσο, οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα θα διατηρηθούν σε εφεδρεία για όλα τα ενδεχόμενα.  

Στην κατάσταση κρίσης στην Ευρώπη, η Γερμανία φαίνεται τουλάχιστον να επανεξετάζει τη θέση της πάνω στην πυρηνική ενέργεια. Το αν θα αλλάξει πορεία μένει να φανεί. Από τις δηλώσεις του στη σύνοδο κορυφής της Ε.Ε. στις Βερσαλίες, είναι προφανές ότι ο Μακρόν πιστεύει ότι η πίεσή του για πυρηνική ενέργεια έχει ισχυροποιηθεί: «Σήμερα, η Γαλλία εξαρτάται λιγότερο από τις ξένες προμήθειες φυσικού αερίου επειδή βασιζόμαστε στην πυρηνική ενέργεια.»  

Τελικά, και τις δύο μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες συνδέει ένας σημαντικός κοινός στόχος: η συμμόρφωση με τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα και η υπόσχεση να είναι κλιματικά ουδέτερες στην Ε.Ε. μέχρι τα μέσα του αιώνα – αλλά οι δρόμοι τους προς αυτόν τον στόχο είναι πολύ διαφορετικοί. Η δυνατότητα διασυνοριακής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών προς αυτόν τον στόχο, τουλάχιστον σε μικρή κλίμακα, καταδεικνύεται από το γαλλογερμανικό Zukunftswerk, έναν δίγλωσσο διάλογο πολιτών που αποσκοπεί να επιφέρει την ενεργειακή ανάκαμψη στις τοπικές κοινότητες στη βάση της αλληλεγγύης.  

Η συζήτηση σχετικά με τον ενεργειακό εφοδιασμό στον απόηχο της εξάρτησης από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας έχει κλονίσει φαινομενικά αμετακίνητες θέσεις δεκαετιών. Ενώ και οι δύο χώρες τηρούν τις βασικές αρχές τους –σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας στη Γερμανία και επέκταση της πυρηνικής ενέργειας στη Γαλλία– η κρίση υπενθυμίζει επίσης ότι η ενεργειακή ασφάλεια παραμένει ένας μακρινός στόχος, και ότι δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Ο πυρηνικός στόλος της Γαλλίας γερνάει και η αναμόρφωσή του θα πάρει χρόνια. Παρόμοια, τα πυρηνικά καύσιμα πρέπει να εισάγονται από άλλα μέρη του κόσμου. Στη Γερμανία, η ανανεώσιμη ενέργεια δεν έχει φτάσει ακόμη στο σημείο ώστε η χώρα να μπορεί να παραιτηθεί από τις εισαγωγές ενέργειας από ορυκτές πηγές. Στην πίεση για σταδιακή κατάργηση των ρωσικών εισαγωγών, η γερμανική κυβέρνηση αναγκάστηκε να εμβαθύνει τους δεσμούς με κράτη όπως το Κατάρ για να εξασφαλίσει εναλλακτικές προμήθειες.