Περιτριγυρισμένη από λιγνιτικά πεδία και ατμοηλεκτρικούς σταθμούς, η πόλη της Κοζάνης στην Ελλάδα είναι τόπος που φιλοξενεί το μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας αλλά κατατρύχεται από όλα τα πιθανά δεινά της κρίσης. Πως μπορεί ένας Πράσινος δήμαρχος, ο Λευτέρης Ιωαννίδης, να προωθήσει μια προοδευτική και βιώσιμη ατζέντα και να οικοδομήσει συνεργασίες πέρα από τα όρια του Δήμου του; Μαθήματα από μια μικρή πόλη.

Αντώνης Γαλανόπουλος και Φώτης Γαϊτάνης: Είστε ο πρώτος Πράσινος δήμαρχος στην Ελλάδα. Τι μπορεί να προσφέρει η ατζέντα των Πρασίνων στη διοίκηση μιας πόλης;

Λευτέρης Ιωαννίδης: Η τοπική αυτοδιοίκηση ήταν πάντα βασική προτεραιότητα για τους «Πράσινους». H εγγύτητα στα προβλήματα, κάνει ευκολότερη την εφαρμογή πράσινων πολιτικών. Η πράσινη πολιτική έχει, κατά την άποψη μου, το σημαντικό πλεονέκτημα του να προτείνει λύσεις τόσο στα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες όσο και σε ευρωπαϊκά και παγκόσμια ζητήματα. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να εφαρμόσουμε  στη πράξη την γνωστή ρήση «σκέψου παγκόσμια, δράσε τοπικά». Το πιο σημαντικό πλεονέκτημα μιας Πράσινης τοπικής αυτοδιοίκησης είναι η αξιοποίηση συμμετοχικών εργαλείων στη διοίκηση της πόλης.

Έχετε εφαρμόσει κάποιες συγκεκριμένες Πράσινες πολιτικές στην πόλη της Κοζάνης; 

Έχουμε ξεκινήσει μια σειρά παρεμβάσεων για την  βελτίωση της ποιότητας ζωής στην πόλη. Ήδη βρίσκεται στην τελική του φάση το σχέδιο βιώσιμης αστικής κινητικότητας, το οποίο στοχεύει στη μείωση της κίνησης των αυτοκινήτων στη πόλη και στην διευκόλυνση του πεζού και του ποδηλάτη. Παράλληλα, μέσω της αναθεώρησης του γενικού πολεοδομικού και της αξιοποίησης  ευρωπαϊκών  προγραμμάτων που σχετίζονται με τον αστικό σχεδιασμό, θέλουμε να αυξήσουμε τον διαθέσιμο δημόσιο ελεύθερο χώρο, αλλά και τους χώρους πρασίνου στη πόλη.

Δεύτερον, στο θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων, προσπαθούμε να προωθήσουμε το πρόγραμμα ανακύκλωσης και παράλληλα την διαλογή των απορριμμάτων στην πηγή. Στόχος μας είναι να εμπεδώσουμε μια κουλτούρα ανακύκλωσης στην τοπική κοινωνία. Έχουμε ήδη εφαρμόσει ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης σε όλα τα σχολεία της Κοζάνης για την προώθηση της ανακύκλωσης, ενώ εφαρμόζουμε κι ένα πιλοτικό πρόγραμμα συλλογής βιοαποβλήτων.

Τέλος, θεωρούμε «Πράσινη» πολιτική και τις δράσεις μας για την ανάδειξη του πολιτιστικού αποθέματος της περιοχής και τη διαφύλαξη του πολιτιστικού περιβάλλοντος.

Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι πολλές από αυτές τις πολιτικές θα μπορούσαν να εφαρμοστούν ή εφαρμόζονται ήδη από διάφορες τοπικές αρχές στην Ευρώπη. Αλλά αυτό που εμείς προσπαθούμε να πετύχουμε είναι μια ολιστική προσέγγιση, στον πυρήνα της οποίας βρίσκεται η ευρύτερη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων. Κάθε μια από τις πολιτικές μας είναι μέρος μιας συνεκτικής στρατηγικής και εξυπηρετεί έναν συγκεκριμένο στόχο, ενώ την ίδια στιγμή διατηρούμε μια ισορροπία ανάμεσα  στην περιβαλλοντική, την οικονομική και την κοινωνική διάσταση κάθε θέματος.

Η Κοζάνη περιβάλλεται από λιγνιτικά πεδία και εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. Πως βιώνει μια πόλη 70.000 κατοίκων τα αποτελέσματα της παραγωγής ενέργειας προς όφελος όλης της χώρας;

Ο τόπος  μας βρίσκεται στο επίκεντρο μιας τριπλής κρίσης: κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής. Όλη αυτή η δραστηριότητα αφήνει ένα βαθύ αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα με συνέπειες στις σημερινές, αλλά και στις επόμενες γενιές. Έχει, επίσης, ένα οικονομικό αποτύπωμα, γιατί η ανορθολογική και μονοδιάστατη ανάπτυξη της περιοχής αφήνει πίσω πολλές ζημιές με την υποχώρηση της λιγνιτικής δραστηριότητας και ένα κοινωνικό αποτύπωμα, καθώς διαρρηγνύεται ο κοινωνικός ιστός.

Το ποσοστό ανεργίας στην περιοχή είναι 30% ενώ αυτό της νεανικής ανεργίας φτάνει στο 70%. Η τοπική κοινωνία έδρεπε για χρόνια τα οφέλη της ανάπτυξης της χώρας. Δεν είχε αντιληφθεί ότι αυτό το μοντέλο έχει περιορισμένη περίοδο ζωής. Σήμερα βιώνουμε τις συνέπειες αυτού του μοντέλου: η κοινωνία είναι σε κατάσταση σοκ αλλά την ίδια στιγμή αναζητά βιώσιμες λύσεις. Δυστυχώς, μια μερίδα του πληθυσμού επέλεξε την μετανάστευση κι αναζητά λύσεις μακριά από την Κοζάνη. Η μετανάστευση είναι, φυσικά, ευρύτερο ζήτημα εντός του πλαισίου της υπερ-αστικοποίησης που δημιούργησε τις λεγόμενες «μεγαπόλεις». Σε αυτό το περιβάλλον θα πρέπει να σκεφτούμε εκ νέου τον ρόλο των μικρών πόλεων, όπως η Κοζάνη. Πιστεύω ότι κάθε πόλη πρέπει να αναπτύξει, να ενδυναμώσει και να τονίσει την ταυτότητά της. Την ίδια στιγμή, πρέπει να γίνει ένας χώρος φιλικός για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Οι ευκαιρίες εργασίας και η ποιότητα ζωής είναι τα κύρια χαρακτηριστικά που κάνουν μια πόλη ελκυστική και βιώσιμη.

Έχετε αναφέρει επανειλημμένα την ανάγκη δίκαιης μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή. Πως οραματίζεστε αυτή τη μετάβαση;

Ως νέα διοίκηση του δήμου, με προοδευτικό και οικολογικό προσανατολισμό, προσπαθήσαμε να τονίσουμε την ανάγκη να αναζητήσει η περιοχή λύσεις για την απεξάρτησή της από τον λιγνίτη. Η άποψη μου είναι πως θα έπρεπε να έχει αρχίσει προ ετών να εφαρμόζεται ένα σχέδιο μετάβασης, το οποίο θα οδηγούσε την περιοχή σε ένα μοντέλο ανάπτυξης μακριά από το λιγνίτη.  Τα επόμενα χρόνια θα υπάρξουν μεγάλες τεκτονικές αλλαγές και υπολογίζεται πως χιλιάδες θέσεις εργασίας θα χαθούν. Γι’ αυτό τα τελευταία 2,5 χρόνια, σε συνεργασία με τοπικούς φορείς, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, επεξεργαζόμαστε έναν οδικό χάρτη για τη μετάβαση στη  μεταλιγνιτική εποχή.

Θέλουμε να προκαλέσουμε έναν δημόσιο διάλογο που θα οδηγήσει στο να θεσπιστεί το λεγόμενο «Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης για τη Δυτική Μακεδονία». Ο στόχος του ταμείου -που βρίσκεται ακόμα σε φάση διαπραγμάτευσης- είναι να βοηθήσει στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και  στην επανακατάρτιση του προσωπικού που θα χάσει τη δουλειά του. Πολλές περιοχές βρίσκονται σε ίδια ή παρόμοια κατάσταση με αυτή της Δυτικής Μακεδονίας. Το επόμενο βήμα είναι να δημιουργηθεί ένα δίκτυο τέτοιων περιφερειών, ώστε να μπορέσουν να καταγραφούν οι κοινές προτεραιότητες και οι κοινές ανάγκες. Πρόσφατα, 8 Δήμαρχοι περιοχών με μεγάλη εξάρτηση από τον λιγνίτη από 3 χώρες της Ευρώπης, στείλαμε μια κοινή επιστολή[1], ζητώντας τη δημιουργία του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Παράλληλα, βάζουμε μπροστά δράσεις για την προώθηση της επιχειρηματικότητας σε τοπικό επίπεδο, όπως το πρόγραμμα «Κοζάνη- Ανοικτή Καινοτομία». Επιχειρούμε να αλλάξουμε το προφίλ της πόλης, δημιουργώντας νέους θύλακες ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας μέσω ενός ολιστικού βιώσιμου αστικού σχεδιασμού.

Θεωρείτε πως οι δήμοι και οι πόλεις στην Ελλάδα έχουν στη διάθεση τα απαραίτητα εργαλεία για να λειτουργήσουν ως τοπικές κυβερνήσεις;  

Δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τους δήμους στην Ελλάδα ως τοπικές κυβερνήσεις. Η Ελλάδα είναι ένα πολύ συγκεντρωτικό κράτος. Το επίπεδο των πόρων που διαχειρίζεται η τοπική αυτοδιοίκηση είναι το χαμηλότερο σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Διαχειριζόμαστε κοντά στο 3% του ΑΕΠ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος  είναι γύρω στο 11%.  Υπάρχει ανάγκη για βαθιά και ριζική αλλαγή του διοικητικού συστήματος της χώρας, ουσιαστικό μέρος της οποίας πρέπει να είναι η αποκέντρωση. Θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό το πεδίο του πρωτογενούς τομέα, στο οποίο η τοπική αυτοδιοίκηση θα μπορούσε να κάνει πολλά πράγματα. Αλλά εξίσου σημαντικοί παράγοντες είναι η οικονομική αυτονομία, η φορολογική αποκέντρωση και η μεταρρύθμιση του εκλογικού συστήματος ώστε οι δήμοι να πάρουν το μέλλον τους στα χέρια τους.

Πιστεύετε ότι οι πόλεις μπορούν να αποτελέσουν χώρους κοινωνικού πειραματισμού; Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, οι δήμοι ενισχύσουν τη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων;

Οι δήμοι μπορούν, πράγματι, να δημιουργήσουν συμμετοχικές δομές. Αυτές, όμως, δεν πρέπει να επιβληθούν από τα πάνω. Δεν μπορώ, ως Δήμαρχος, να επιβάλλω συμμετοχικές δομές. Μπορώ να αξιοποιήσω τη δυναμική που υπάρχει στην κοινωνία και να συμβάλλω στη σταδιακή δημιουργία τέτοιων δομών.  Εμείς προσπαθήσαμε να ενισχύσουμε τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων. Αρχικά, αναβαθμίσαμε την επιτροπή διαβούλευσης, η οποία στη δική μας περίοδο λειτούργησε πιο ουσιαστικά. Όλες οι σημαντικές αλλαγές που σχεδιάζουμε συζητούνται με τους πολίτες και τους τοπικούς φορείς. Αν ένα σχέδιο δεν το αποδεχτεί η κοινωνία, αν δε γίνει συμμέτοχος, δεν πρόκειται να πετύχει ποτέ. Προσπαθούμε να το πετύχουμε αυτό διοργανώνοντας ανοικτές συζητήσεις και δημόσιες διαβουλεύσεις, ακόμα και μέσω μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας.

Η πλέον πολιτική πράξη που κάνουμε, που βάζει τους πολίτες στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής της πόλης, είναι οι λαϊκές συνελεύσεις. Είναι μια δύσκολη διαδικασία, αλλά τα δείγματα είναι ενθαρρυντικά. Ο κόσμος έρχεται, ανταποκρίνεται, συζητάει, λέει τα προβλήματα του, μας επικρίνει ή μας επαινεί. Όπως είπα, δεν είναι μια εύκολη διαδικασία, αλλά βοηθά να κατανοήσουν οι πολίτες  ότι δεν είναι απλά αποδέκτες των πολιτικών αποφάσεων, αλλά μπορούν και να τις συνδιαμορφώνουν. Στην Ελλάδα δεν έχουμε αυτή την κουλτούρα και δεν μπορεί αυτή να αποκτηθεί μέσα σε μια ημέρα. Η κάθε πόλη πρέπει να βρει το δικό της τρόπο  και τον δικό της ρυθμό.

Δήμαρχοι όπως η Ada Colau στην Βαρκελώνη και ο  Luigi de Magistris στην Νάπολη υποστηρίζουν τη δημιουργία ενός δι-εθνικού δικτύου πόλεων με στόχο την προώθηση μιας προοδευτικής ατζέντας για το μέλλον της Ευρώπης. Θα μπορούσαν τέτοιες συνέργειες μεταξύ των πόλεων σε υπερεθνικό επίπεδο να επηρεάσουν την πολιτική ατζέντα;

Η δημιουργία ενός δικτύου πόλεων, που θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα προωθώντας προοδευτικές λύσεις, είναι πολύ σημαντική. Οι πόλεις έχουν δείξει ότι μπορούν να το καταφέρουν αυτό. Για παράδειγμα, το δίκτυο που δημιουργήθηκε, με πρωτοβουλία του δήμου Βαρκελώνης, ενάντια στην TTIP, στο οποίο συμμετείχε και ο δήμος Κοζάνης, αποδείχθηκε ότι διαμόρφωσε μια δυναμική. Δεν υπάρχουν, βέβαια, αυτή τη στιγμή εδραιωμένα δίκτυα. Υπάρχουν μόνο κάποιες κοινές δράσεις, συνήθως σε επίπεδο μεγάλων πόλεων.

Οι δήμοι δεν είναι απλά διαχειριστές, είναι πολιτικοί φορείς. Επομένως, θα πρέπει να δημιουργηθούν δίκτυα πόλεων με κοινά χαρακτηριστικά, για να προωθήσουν κοινές ευρωπαϊκές λύσεις, είτε αυτό αφορά την αντιμετώπιση της φτώχειας, είτε αφορά την κλιματική αλλαγή, είτε ευρύτερα υπερεθνικά ζητήματα. Θα μπορούσε να  δημιουργηθεί ένα θεσμοθετημένο φόρουμ πόλεων με δυνατότητα παρέμβασης σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα προβλήματα σήμερα είναι τόσο κοινά, που δεν μπορεί να τα λύσει η κάθε πόλη μόνη της. Φαντάζομαι ότι το επίπεδο των σχέσεων και των δικτύων των δήμων στο μέλλον θα είναι πολύ πιο βαθύ και διευρυμένο.

Πολλοί είναι απογοητευμένοι τόσο από τα έθνη-κράτη όσο και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και στρέφουν τη προσοχή τους στο τοπικό επίπεδο. Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος των πόλεων σε αυτό το περιβάλλον;

Είναι αλήθεια ότι η σχέση ανάμεσα στο έθνος-κράτος, τις πόλεις, τις περιφέρειες και τους υπερεθνικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχώς αλλάζει. Είναι, επίσης, σαφές ότι οι πόλεις συνεχώς αναπτύσσονται και για αυτό ο ρόλος τους ενισχύεται.

Για παράδειγμα, μοντέλα άμεσα δημοκρατίας μπορούν να εφαρμοστούν πιο εύκολα στις πόλεις εξαιτίας της εγγύτητας κι ενός αισθήματος «ανήκειν» που υπάρχει σε αυτές. Ωστόσο, δεν πιστεύω ότι το έθνος-κράτος θα εξαφανιστεί στο μέλλον. Στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, η δύναμη του κράτους έχει μειωθεί. Πιστεύω ότι οι σχέσεις μεταξύ των επιπέδων διοίκησης θα επαναπροσδιοριστούν. Οι πολίτες αισθάνονται ότι το κράτος δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε μεγάλα προβλήματα όπως η ανεργία, η κατάρρευση του κράτους πρόνοιας, κτλ. Ο ρόλος των πόλεων σε σχέση με αυτά τα προβλήματα, και φυσικά σε σχέση με την κλιματική αλλαγή, θα είναι ακόμα πιο σημαντικός στο μέλλον.

Τέλος, η πολιτική είναι μια άλλη μορφή εκπαίδευσης. Πιστεύω ότι στην Ελλάδα χρειαζόμαστε ένα νέο μοντέλο πολιτικών σχέσεων και αυτή η αλλαγή μπορεί να ξεκινήσει από το τοπικό επίπεδο. Οι τοπικές αρχές θα πρέπει να συμβάλουν στην συγκρότηση ενός πιο συμμετοχικού, πιο αξιόπιστου και πιο αξιοκρατικού μοντέλου άσκησης πολιτικής.

[1]Την επιστολή υπέγραψαν οι Δήμαρχοι ΜεγαλόποληςΚοζάνης, Εορδαίας, Αμυνταίου, Φλώρινας από την Ελλάδα και οι δήμαρχοι Rovinari της Ρουμανίας, Horní Jiřetín και Trojanovice της Τσεχίας.